π¬ Π€ΡΠ°Π·Ρ Π½Π° Π°Π½Π³Π»ΠΈΠΉΡΠΊΠΎΠΌ ΡΠΎ ΡΠ»ΠΎΠ²ΠΎΠΌ proficient
π‘ ΠΠ»ΠΈΠΊΠ½ΠΈΡΠ΅ Π½Π° ΡΠ°Π·ΠΌΡΡΡΠΉ ΡΠ΅ΠΊΡΡ Π΄Π»Ρ ΠΏΡΠΎΡΠΌΠΎΡΡΠ° ΠΏΠ΅ΡΠ΅Π²ΠΎΠ΄Π° Π½Π° ΡΡΡΡΠΊΠΈΠΉ
a great proficient on the piano - ΠΎΡΠ»ΠΈΡΠ½ΡΠΉ ΠΏΠΈΠ°Π½ΠΈΡΡ
be made a proficient in a trade - ΠΏΡΠΈΠΎΠ±ΡΠ΅ΡΡΠΈ ΠΎΠΏΡΡΠ½ΠΎΡΡΡ ΠΏΠΎ ΡΠΎΡΠ³ΠΎΠ²ΠΎΠΉ ΡΠ°ΡΡΠΈ
be proficient - Ρ
ΠΎΡΠΎΡΠΎ Π²Π»Π°Π΄Π΅ΡΡ
be proficient - ΠΈΡΠΊΡΡΠ½ΠΎ Π²Π»Π°Π΄Π΅ΡΡ
be proficient in a language - Π²Π»Π°Π΄Π΅ΡΡ Π² ΡΠΎΠ²Π΅ΡΡΠ΅Π½ΡΡΠ²Π΅ ΡΠ·ΡΠΊΠΎΠΌ
be proficient in Latin - Π±ΡΡΡ Π·Π½Π°ΡΠΎΠΊΠΎΠΌ Π»Π°ΡΠΈΠ½ΡΠΊΠΎΠ³ΠΎ ΡΠ·ΡΠΊΠ°
be proficient in Latin - Π±ΡΡΡ Π·Π½Π°ΡΠΎΠΊΠΎΠΌ Π»Π°ΡΠΈΠ½ΡΠΊΠΎΠ³ΠΎ ΡΠ·ΡΠΊΠ°
become proficient - Π½Π°ΠΌΡΡΡΠ²Π°ΡΡ ΡΡΠΊΡ
become proficient - ΠΎΠ²Π»Π°Π΄Π΅ΡΡ
become proficient - Π½Π°ΠΌΠ΅ΡΠ°ΡΡ ΡΡΠΊΡ
become proficient at - Π½Π°Π±ΠΈΡΡ ΡΡΠΊΡ
become proficient at - Π½Π°Π»ΠΎΠ²ΡΠΈΡΡΡΡ
become proficient at - "Π½Π°ΡΠΎΠ±Π°ΡΠΈΡΡΡΡ"
become proficient at - Π½Π°ΠΌΠ΅ΡΠ°ΡΡ ΡΡΠΊΡ Π½Π°
become proficient at - ΡΡΠ°Π²ΠΈΡΡ
become proficient in - ΠΎΠ²Π»Π°Π΄Π΅ΡΡ
becoming more proficient in meditation - ΠΏΡΠΎΠ΄Π²ΠΈΠΆΠ΅Π½ΠΈΠ΅ Π² ΠΏΡΠ°ΠΊΡΠΈΠΊΠ΅ ΠΌΠ΅Π΄ΠΈΡΠ°ΡΠΈΠΈ
I am not proficient - Ρ Π½Π΅ Π·Π½Π°ΡΠΎΠΊ
limited English proficient - Π»ΠΈΡΠΎ Ρ ΠΎΠ³ΡΠ°Π½ΠΈΡΠ΅Π½Π½ΡΠΌ Π·Π½Π°Π½ΠΈΠ΅ΠΌ Π°Π½Π³Π»ΠΈΠΉΡΠΊΠΎΠ³ΠΎ ΡΠ·ΡΠΊΠ°
limited English proficient - Π»ΠΈΡΠΎ Ρ ΠΎΠ³ΡΠ°Π½ΠΈΡΠ΅Π½Π½ΡΠΌ Π²Π»Π°Π΄Π΅Π½ΠΈΠ΅ΠΌ Π°Π½Π³Π»ΠΈΠΉΡΠΊΠΈΠΌ ΡΠ·ΡΠΊΠΎΠΌ
limited English proficient customer - ΠΊΠ»ΠΈΠ΅Π½Ρ Π² ΠΎΠ³ΡΠ°Π½ΠΈΡΠ΅Π½Π½ΠΎΠΉ ΡΡΠ΅ΠΏΠ΅Π½ΠΈ Π²Π»Π°Π΄Π΅ΡΡΠΈΠΉ Π°Π½Π³Π»ΠΈΠΉΡΠΊΠΈΠΌ ΡΠ·ΡΠΊΠΎΠΌ
proficient at - ΠΈΡΠΊΡΡΠ½ΡΠΉ